Ο Ιησούς Χριστός τα θεραπεύει όλα και ζητάει την πίστη μας

† Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη

Υπαπαντή του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού - Εορτή 2  Φεβρουαρίου - ΕΚΚΛΗΣΙΑ ONLINE

Αναγνώσματα Κυριακής Ζ΄ Ματθαίου

Ο Απόστολος

Πρὸς Ῥωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου
Κεφ.  ιε΄ 1 – 7

Ἀδελφοί, ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν. Ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν· καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν, ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, «Οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ᾿ ἐμέ». Ὅσα γὰρ προεγράφη, εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν, ἵνα ὁμοθυμαδὸν ἐν ἐνὶ στόματι δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς εἰς δόξαν Θεοῦ.

Απόδοση στη Νεοελληνική:

Αδελφοί, όσοι έχουμε δυνατή πίστη οφείλουμε να ανεχόμαστε τις αδυναμίες αυτών που έχουν αδύναμη πίστη, και να μην κάνουμε ό,τι αρέσει σ’ εμάς. Η συμπεριφορά του καθενός μας να είναι αρεστή στον πλησίον, ώστε να τον βοηθάει να προκόβει στο αγαθό κι έτσι να συντελεί στην οικοδομή της εκκλησίας. Άλλωστε, κι ο Χριστός δεν έζησε για να ευαρεστήσει τον εαυτό του, αλλά, όπως λέει η Γραφή, οι ύβρεις όσων σ’ έβριζαν, Θεέ, έπεσαν πάνω μου. Να ξέρετε ότι όσα γράφτηκαν στις Γραφές, έχουν γραφτεί για να μας διδάσκουν. Έτσι, με την υπομονή και την ενθάρρυνση που δίνει η Γραφή, θα στηριχτεί η ελπίδα μας. Είθε ο Θεός, που χαρίζει την υπομονή και την ενθάρρυνση, να σας δώσει την ομόνοια σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού. Έτσι, όλοι μαζί με μια φωνή θα δοξάζετε το Θεό, τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Να δέχεστε ο ένας τον άλλο, όπως δέχτηκε κι εσάς ο Χριστός, για να δοξάζεται ο Θεός.

Το Ευαγγέλιο

Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον
Κεφ. θ΄ 27 – 35

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παράγοντι τῷ Ἰησοῦ, ἠκολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ, κράζοντες καὶ λέγοντες· Ἐλέησον ἡμᾶς, Υἱὲ Δαυΐδ. Ἐλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν, προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; Λέγουσιν αὐτῷ· Ναί, Κύριε. Τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, λέγων· Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. Καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί· καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω. Οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ. Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν, δαιμονιζόμενον· Καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου, ἐλάλησεν ὁ κωφός· καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες ὅτι οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. Οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν, καὶ κηρύσσων τὸ Εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

Απόδοση στη Νεοελληνική:

Εκείνο τον καιρό, όταν προχώρησε ο Ιησούς, τον ακολούθησαν δύο τυφλοί, που φώναζαν κι έλεγαν: «Σπλαχνίσου μας, Υιέ του Δαβίδ!» Κι όταν έφτασε στο σπίτι, πήγαν κοντά του οι τυφλοί, και ο Ιησούς τους λέει: «Πιστεύετε πως μπορώ να το κάνω αυτό;» Του λένε: «Ναι, Κύριε». Τότε άγγιξε τα μάτια τους και είπε: «Όπως το πιστεύετε να σας γίνει». Κι ανοίχτηκαν τα μάτια τους. Τότε ο Ιησούς τους πρόσταξε λέγοντας: «Προσέξτε να μην το μάθει κανένας». Αυτοί όμως, μόλις βγήκαν έξω, διέδωσαν τη φήμη του σ’ όλη την περιοχή εκείνη. Ενώ έβγαινε έξω οι δύο τυφλοί, του έφεραν έναν κωφάλαλο δαιμονισμένο. Και μόλις έδιωξε το δαιμόνιο, μίλησε ο κωφάλαλος. Κι ο κόσμος θαύμασε και είπε: «Ποτέ ως τώρα δεν είδαν οι Ισραηλίτες τέτοια πράγματα!» Οι Φαρισαίοι όμως έλεγαν: «Με τη δύναμη του άρχοντα των δαιμονίων διώχνει τα δαιμόνια». Ο Ιησούς περιόδευε σ’ όλες τις πόλεις και στα χωριά, δίδασκε στις συναγωγές τους, κήρυττε το χαρμόσυνο μήνυμα για τον ερχομό της βασιλείας του Θεού και γιάτρευε κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία στο λαό.

Ο Ιησούς Χριστός τα θεραπεύει όλα και ζητάει την πίστη μας

Έβδομη Κυριακή του Ματθαίου, αγαπητοί. Ο Χριστός μας έχει πάει στο σπίτι του Αρχισυναγώγου Ιάειρου, κι έχει αναστήσει τη δωδεκάχρονη θυγατέρα του. Και καθώς εβγήκε από κει, Τον ακολούθησαν δύο τυφλοί. Είχαν ακούσει για τα θαύματα και για την αγάπη και την καλοσύνη Του, κι έτρεξαν κοντά Του και Του φώναζαν: «Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησόν μας». Εκείνος δεν στάθηκε. Δεν ήθελε να κάνει το θαύμα μπροστά στον κόσμο. Δεν ήτο φιλόδοξος και ματαιόδοξος και κενόδοξος ο Χριστός.

Έφτασε στο σπίτι που έμενε. Φυσικά δεν ήταν δικό Του, αφού Εκείνος «δεν είχε που την κεφαλήν κλίνη». Λέει πολλά αυτό. Ακολούθησαν κι αυτοί από κοντά, δεν Τον άφησαν· είχαν πίστη, διαισθάνθηκαν τη Θεότητά Του και την αγάπη Του. Κι όταν ήλθαν πια στο σπίτι κι αυτοί, ο Κύριος τούς ερώτησε, «αν πιστεύουν πως μπορεί να κάνει αυτό που Του ζητάνε». Κι εκείνοι Τού ’παν δύο λέξεις: «Ναι, Κύριε». Κι ο ταπεινός Ιησούς μας τους λέει: «Σύμφωνα με την πίστη σας, ας γίνει». Έριχνε το βάρος στην πίστη των ανθρώπων κι όχι στη δική Του δύναμη. Αυτή είναι η ταπείνωση, αυτό είναι το μεγαλείο, γιατί η ταπείνωση και η αγάπη ελκύει τους ανθρώπους κοντά. Γι’ αυτό και ο Ιησούς φέρεται κατά τέλειο τρόπο, για να ελεήσει και να σώσει όλους.

Και στη συνέχεια, πάραυτα, άνοιξαν οι οφθαλμοί τους, είδαν το φως τους, είδαν τον Ευεργέτη τους, είδαν τον κόσμο, και χάρηκαν. Πετούσαν από ευφροσύνη και αγαλλίαση. Κι ο Ιησούς τους διέταξε με αυστηρότητα, να μην πουν πουθενά αυτό που έγινε. Τό ’κανε πάλι από ταπείνωση ο Ιησούς, αλλά κι από σύνεση, μη μάθει ο κόσμος και τρέξει και Τον κάνει βασιλιά και δημιουργήσει πρόβλημα, πολιτικό, κοινωνικό … όποιο άλλο. Ο Ιησούς τα πρόσεχε αυτά. Εκείνοι βγήκαν, όμως, και διεφήμισαν τον Ιησού ως θαυματουργό και ως Μεσσία σ’ όλη την περιοχή εκείνη· δεν άντεχαν. Η ευγνωμοσύνη τούς έσπρωχνε να κάνουν παρακοή στον Ευεργέτη τους. Κι έκαναν άγια παρακοή. Τον διεφήμισαν τον Ιησού Χριστό.

Και καθώς έβγαιναν οι τυφλοί, άλλοι συνάνθρωποι έφεραν ένα δαιμονισμένο, έναν άνθρωπο πού ’χε δαιμόνιο κι ήταν άλαλος και κωφός. Ο Ιησούς εδώ δεν ζήτησε πίστη, τον εθεράπευσε αμέσως. Βγήκε το δαιμόνιο και άνοιξαν οι δρόμοι της ακοής και της λαλιάς. Κι ο κοσμάκης που έβλεπε, θαύμαζε και δόξαζε τον Θεό, κι έλεγε πως «τέτοια πράγματα δεν ξαναείδαμε στο Ισραήλ».

Παραδίπλα οι οχιές οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι οποίοι έλεγαν πως «με τη δύναμη του δαίμονα έκαμε τα θαύματα». Μεγαλύτερη πώρωση δεν υπάρχει. Ο Ιησούς τούς άφησε να βράζουν στο ζουμί τους. Τούς είχε εγκαταλείψει, αφού εκείνοι Τον αρνήθηκαν.

Και στη συνέχεια, και τελειώνοντας το Ευαγγέλιο, λέει ότι: «Ο Ιησούς περιέτρεχε όλες τις κωμοπόλεις, τις πόλεις και τα χωριά, και κήρυσσε το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού στις συναγωγές των Ιουδαίων και εθεράπευε κάθε αρρώστεια».

Αυτός είναι ο Ιησούς θεραπευτής των ψυχών και των σωμάτων ημών. Τι ζητάει από μας; Την πίστη, την αγάπη, την υπακοή και την ταπείνωση. Εμάς συμφέρει να Τον ακολουθούμε, κι Αυτός χαίρεται που είναι μαζί μας και βρισκόμαστε κι εμείς κοντά Του.

† Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το Κήρυγμα της Κυριακής, τόμος: Β΄, Εκδ. Ακτή, Λευκωσία 2009, σελ.49-51.

Πηγή 1

Πηγή 2

Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου
Μοιράσου το!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *