Κείμενο και ερμηνεία της Β΄ στάσης των Χαιρετισμών. | ONLINE-PRESS

Σωτήριος ἱστορικός σταθμός

Στενός καί αἰωνόβιος ὁ δεσμός τῆς πατρίδος μας μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη! Αὐτή ἡ πίστη ἀνέ­στη­σε ἀπό τήν στάχτη τήν Ἑλ­λά­δα, πού παρέπαιε στά σκοτά­δια τῆς εἰδωλολατρίας, ρη­μα­γμένη ἀπό τήν διχό­νοια καί στερημένη ἀπό τήν ἀρχαία δόξα της. Ὅταν ταπεινωμένη καί ἐξα­θλι­ωμένη κατα­κτή­θηκε ἀπό τούς Ρωμαίους (146 π.Χ.), ὅλοι μιλοῦσαν γιά τό τέλος τῆς Ἑλ­λάδος· «finis Graeci­ae»! Πῶς ἔγινε ἡ ἀνάσταση τῆς νεκρωμένης Ἑλλάδος; Πῶς; Ὁ νεκρεγέρτης Ἰησοῦς Χριστός μας, πού μέ τόν λόγο του ἀνόρθωσε παραλύτους καί ἀνέ­στη­σε νεκρούς, εὐ­δό­κησε καί ἔστειλε στήν πατρίδα μας τόν ἀ­πόστολο τῶν ἐθνῶν, τόν ἀπόστολο Παῦλο. Ἐ­­κεῖνος δίδαξε τήν ἀλήθεια τῆς σωτηρίας καί ἔφερε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Κήρυξε τό ἅγιο Εὐαγγέλιο, πού ἐξαγγέλλει τό γεγονός τοῦ θα­νάτου καί τῆς άναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί με­ταγ­γί­ζει τήν ἀληθινή ζωή.

 Ἡ Ἑλλάδα ἀποδέχθηκε τό Εὐαγγέλιο καί βίωσε ἕνα διπλό θαῦμα: Ὄχι μόνο ξανάζησε ἡ νεκρή, ἀλλά ἐπιπλέον ἀπό ἐξαθλιωμέ­νη σκλάβα βρέθηκε ἀρχόντισσα κυρίαρχη τοῦ κόσμου. Τήν τίμησε ὁ Θεός μέ εὔνοια ξε­χωριστή. Ἔντυσε μέ ἱερότητα τήν προικισμένη γλῶσσα της. Στά ἑλληνικά μεταφράστηκε ἡ Παλαιά Διαθήκη. Τήν μετάφρα­ση αὐτή υἱοθέτησε ἡ Ἐκκλησία. Στά ἑλ­ληνικά, ἐπίσης, γράφτηκαν τά βιβλία τῆς Και­νῆς Διαθήκης καί διατυπώθηκαν ἔννοιες καί ὅροι θεολογικοί. Ἀπό τήν πρώτη γνωριμία της μέ τόν Χριστό ἡ Ἑλλάδα βάδισε σφιχτοδεμένη μέ τήν Ὀρθοδοξία, ἔγινε ἡ φημισμέ­νη Ρωμανία, ἡ ἔνδοξη Ρωμιοσύνη. Ἔγραψε λαμπρές σελίδες στήν ἱστορία της στηριγμένη στόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί στήν προστασία τῆς Παναγίας Μητέρας του, πού κατέστη ἡ κραταιά προστασία, ἡ ὑπέρμαχος Στρατηγός τοῦ Ἔθνους μας.

Μία ἐπιπλέον μαρτυρία, ἕνα ζωντανό μνημεῖο αὐτῆς τῆς σχέσης τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέ τήν πίστη ἀποτελεῖ ἡ Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν ἤ τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου. Ἡ Ἀ­κολουθία αὐτή σχετίζεται μέ δύο γεγονότα· τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου καί τήν πολιορκία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ἀβάρους. ῎Ετσι συνδέεται ἡ ἱστορία τῆς πα­τρί­δος μας μέ τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ· ἡ ἱστορία τῆς Κωνσταντι­νου­πόλεως, πρωτεύουσας τῆς Ρω­μιοσύ­νης, μέ τό μεγάλο γεγονός τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θε­οῦ.

Για ολόκληρη την ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου πατήστε εδώ.

Ἱστορικό τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου

Στόν καιρό τῆς δόξας της ἡ αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου, ὀρθότερα τῆς Ρωμανίας, ἐ­κτεινόταν σέ Εὐρώπη καί Ἀσία. Περιλάμβανε καί τούς Ἁγίους Τόπους. Τόν 7ο αἰ. οἱ Πέρσες καταπάτησαν ἀνατολικές περιοχές τῆς αὐτοκρατορίας, εἰσέβαλαν στά ᾿Ιεροσόλυμα καί ἅρπαξαν τόν τίμιο Σταυρό, πού ἦ­ταν ὑ­ψωμένος ἐκεῖ ἀπό τήν ἐποχή τῆς ἁγίας ῾Ελένης. Τόν μετέφεραν στήν πρωτεύουσά τους, τήν Κτησιφώντα. Μεγάλη συμφορά γιά τούς Ὀρθοδόξους· ὅπως ἐκείνη πού ἔζησαν οἱ ᾿Ισραηλῖτες στά χρόνια τοῦ Σαμουήλ, ὅταν ἀλλόφυλοι ἅρπαξαν τήν Κιβωτό τῆς Διαθή­κης! Καί τότε εἶχε γίνει σάλος. Κι ὅταν οἱ Ἰσραη­λῖ­τες κατώρθωσαν νά ἐπαναφέρουν στήν θέση της τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης γιόρτασαν καί πανη­γύρισαν τό γεγονός (βλ. Α´Βα κεφ. 4-6). Ὁμοίως καί ὁ αὐτοκράτορας Ἡράκλει­ος, ἐκφράζοντας τήν ἀγωνία, τόν πόνο, τήν λα­χτάρα τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ, θεώρησε μεγά­λη ζημία καί ὄλεθρο τήν ἁρ­παγή τοῦ Σταυροῦ. Σάν ἄλλος Μέγας ᾿Αλέ­ξανδρος, λοι­πόν, μέ μιά γενναία ἐκστρατεία διέσχισε χῶρες καί χῶρες πρός τήν ἀνατο­λή, ἔφθασε μέχρι ἔξω ἀπό τήν Κτησιφών­τα, νίκησε σέ ἀλλεπάλληλες μάχες τούς Πέρσες καί πῆρε πίσω τόν τίμιο Σταυρό (14 Σεπτεμβρίου 628).

 Αλλά τόν καιρό πού ὁ αὐτοκράτορας μέ τόν στρατό του ἀπουσίαζε σ᾿ αὐτήν τήν ἐκ­στρατεία, ἔγινε μία παρασπονδία. Οἱ ῎Αβαροι, ἄλλοι ἐχθροί, παραβίασαν τήν συνθήκη τους μέ τήν αὐτοκρατορία καί ἔκαναν μιά φοβερή, λυσσώδη ἐπιδρομή, γιά νά κυριεύσουν τήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ ἄ­μυ­να τῆς Πόλης ἦταν μικρή, διότι ὁ στρατός ἔλειπε. Ὁ πρωθυπουργός Βῶνος καί ὁ πατριάρχης Σέργιος κινητοποιήθηκαν δραστήρια, γιά νά τήν σώσουν. Ὁ Ἡράκλειος, πού βρισκόταν στήν Σεβάστεια, μόλις πληρορορήθηκε τό γε­γονός, ἔστειλε δώδεκα χιλιάδες στρατό. Ὁ πατριάρχης κάλεσε τούς πιστούς νά πέσουν στά γόνατα, στήν προσευχή, νά ζητήσουν τήν βοήθεια τῆς Παναγίας. Περιέφερε τήν εἰκόνα της στά τείχη, γιά νά ἐμψυχώσει τούς λιγοστούς ὑπερασπιστές τῆς Πόλης.

Ακάθιστος Ύμνος: Η ιστορία ενός Ύμνου προς τιμήν της Παναγίας

Καί τό μεγάλο θαῦμα ἔγινε! Τό ὁμολόγησαν οἱ ἴδιοι οἱ ἐχθροί, τό κατέγραψαν οἱ ἱστορικοί: Ἡ πολιοῦχος τῆς Πόλης Παναγία, ἀναδείχθηκε «ὑπέρμαχος Στρατηγός» καί τήν ἔ­σωσε. Ἀσφάλισε τά φρούρια στήν στεριά, καί στήν θάλασσα σήκωσε ἀνεμοστρόβιλο καί τρικυμία, ὥστε νά καταποντισθοῦν τά καράβια καί οἱ ἐχθροί νά κατατροπωθοῦν τήν νύχτα τῆς 7ης πρός τήν 8η Αὐγούστου τοῦ ἔτους 626. Μετά ἀπό τήν θαυμαστή σωτηρία, ὅλοι οἱ πιστοί συγκεντρώθηκαν στόν ἱερό ναό τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν καί μέ δάκρυα ἀνέπεμψαν τήν ὁλόθερμη εὐχαριστία τους στήν ὑπεραγία Θεοτόκο, πού τούς χάρισε τήν νίκη. Ἔψαλαν τό Κοντάκιο τῶν Χαιρετισμῶν· δέν ὑπῆρχαν ἀκόμη οἱ παρακλητικοί κανόνες. Ἐπειδή μάλιστα, ὅ­πως ἐξηγεῖ τό Συνναξάρι τοῦ Σαββάτου τῆς Ε´ Ἑβδομάδος τῶν νηστειῶν, «ὀρθοστάδην (=ἱστάμενος ὄρθιος) τότε πᾶς ὁ λαός» ἔψαλε τόν Ὕμνο πρός τήν Θεοτόκο, ὀνομάστηκε Ἀκάθιστος Ὕμνος.

Ποιός καί πότε συνέθεσε τόν Ὕμνο

Προφανῶς ὁ Ὕμνος δέν συντέθηκε ἐκείνη τήν στιγμή, μέσα στίς κλαγγές τῶν ὅπλων. Δέν ἀποπνέει πολεμικό τόνο. Δέν περιέχει σαφεῖς ἀναφορές οὔτε ὑπαινιγμούς γιά ἐ­χθρική ἀπειλή, ὅπως θά ἔπρεπε, ἄν σχετιζόταν μέ τήν πολιορκία τῆς Βασιλεύουσας. Ἀντίθετα μάλιστα διακρίνεται γιά τόν βαθιά εἰρηνικό, λυρικό καί δεητικό χαρακτήρα. Προϋποθέτει πολιτική σταθερότητα, καλή καί ἤρεμη ἐκκλησιαστική κατάσταση. Οὔτε πάλι μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι συντέθηκε, ἀ­φοῦ κατατροπώθηκαν οἱ ἐχθροί, διό­τι ὁ ὑ­μνωδός θά ἀναφερόταν στήν πολιορκία, στίς δεινές συμφορές τοῦ λαοῦ, καθώς καί στό θαῦμα τῆς Παναγίας. Ἀσφαλῶς προϋ­πῆρχε καί ψαλλόταν πρός τιμήν τῆς Παναγίας. Ὁπωσδήποτε ὅμως ἐκεῖνες τίς ὧ­ρες συντέθηκε τό Κοντάκιο «Τῇ ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ», πού ἀντικατέστησε τό ἀρχικό «Τό προσταχθέν μυστικῶς», γιά νά ἀποδώσει μέ εὐγνωμοσύνη στήν ὑπεραγία Θεοτό­κο τά εὐχαριστήρια γιά τήν νίκη. Παρόμοια θαύμ¬ατα σω-τηρίας ἀπό ἐχθρικές ἐ­πιθέσεις σημειώθηκαν καί ἀργότερα. Τό ἴδιο Συναξάρι μνημονεύει καί δύο ἐπίσης ἀποτυχημένες πολιορκίες τῶν Ἀράβων· ἐπί τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Πωγωνάτου (Σεπτέμβριος 673) καί ἐπί Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (16 Αύγούστου 717/8). Καί τότε ἡ σω­τηρία τῆς Πόλεως ἀποδόθηκε στήν Παναγία καί ὁ λαός τήν χαιρέτισε μέ εὐγνωμοσύνη γιά τήν προστασία της. Τό ἴδιο συνέβη καί ἐπί Μιχαήλ Γ´ (18 Ἰουνίου 860).

 Ὑποθέτω -παρατρέχοντας τίς διαφωνί­ες διαφόρων εἰδικῶν- ὅτι εἴτε μετά τή θαυμαστή διάσωση τοῦ 626 εἴτε μετά ἀπό κάποια παρόμοια πε-ρίσταση, ἔχει συντεθεῖ καί τό 5ο δίστιχο Χαιρετισμῶν στόν 23ο Οἶ­κο (Ψ), «Χαῖρε δι᾿ ἧς ἐγείρονται τρόπαια, χαῖρε δι᾿ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι», πού ἀν­τικατέστησε τό ἀρχικό. Ἐνῶ οἱ προηγούμε­νοι Χαιρετισμοί ἀναφέρονται στήν πνευματική προστασία τῆς Παναγίας, ἐδῶ τό ὕφος ἀλλάζει, γίνεται ἐπικό, γιά νά τῆς ἀ­ποδοθεῖ ἡ συμβολή στήν κατατρόπωση τῶν ἐχθρῶν τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἄν καί δέν ὑ­πάρχουν μέχρι σήμερα τεκμήρια ἀπό τήν χειρόγραφη παράδοση, νομίζω ὅτι ἡ ἱστορία εὐοδώνει τήν ὑπόθεση αὐτή, διότι ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου στήν ση­με­ρινή της μορφή παγιώθηκε μόλις τόν 11ο αἰώνα. Δεδομένου ὅτι οἱ Χαιρετισμοί ἦταν ἕνα πολυχρησι­μοποιούμενο Κοντάκιο, σειρά ὕμνων, δέν θά ἦταν ἀπίθανο σέ κάποια σημεῖα ἕνας στίχος νά ἀντικαταστάθηκε, γιά νά ἐκφράσει ἀκριβέστερα τά αἰσθήματα τῆς στιγμῆς.

Ἐξ­άλλου, μέχρι σήμερα, ὁ ποιητής αὐτοῦ τοῦ τόσο λαοφιλοῦς Ὕμνου παραμένει ἄγνωστος. Ἡ ἀνωνυμία προσδίδει στόν Ὕ­μνο μία ἰδιαιτερότητα· ὁ καθένας μπορεῖ νά τόν θεωρεῖ δικό του, νά τόν προσ¬οι­κει­ώ­­νεται, νά τόν ψάλλει μέ τήν καρδιά του καί κάποιες φορές ἴσως νά τόν προσαρ­μό­ζει στά συγκεκριμένα αἰσθήματά του.
 Οἱ ἐρευνητές ὑποθέτουν ὡς ποιητές τοῦ Κοντακίου τῶν Χαιρετισμῶν διάφορα πρόσ­ωπα, πού ἔζησαν ἀπό τόν 6ο μέχρι τόν 9ο αἰώνα, ὅπως: τόν Ρωμανό Μελωδό (6ος αἰ.), τόν Πατριάρχη Κων­σταντινουπό­λεως Σέργιο (7ος αἰ.), τόν Γεώργιο Πισίδη (7ος αἰ.), τόν Πα­τριάρχη Κωνσταντι­νου­πό­λεως Γερμανό τόν Α´ (7ος-8ος αἰ.), τόν Κοσμᾶ Μελωδό (8ος αἰ.), τόν Γεώργιο Νικομηδείας (Σικελιώ­τη) (9ος αἰ.), τόν ἱερό Φώτιο (9ος αἰ.). Γιά κα­νέναν ὅμως δέν εἶναι ἀπόλυτα βέβαιοι.

Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος συνδέεται μέ τήν ἑ­ορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅπως προαναφέρ­θηκε, ἐξυμνεῖ τήν σάρκωση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καί ψάλ­λεται κατά τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Μία εὔ­λο­γη ἐξήγηση εἶναι ἡ ἑ­ξῆς: Ἡ μεγάλη ἑορτή τοῦ Εὐ­αγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου ἑορτάζεται πάντοτε, ὅπως γνω­ρίζουμε, κατά τήν Μ. Τεσσαρακοστή καί λόγῳ τοῦ πένθιμου χαρακτῆρος τῆς περιόδου στερεῖται προεορτίων καί μεθεορτίων. Τήν ἔλλειψη αὐτή καλύπτει ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος. Τμηματικά ψάλ­λεται στό Μικρό Ἀπόδειπνο κάθε Παρασκευή κατά τίς τέσσερις πρῶτες ἑβδομάδες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί ὁλόκληρος τήν Παρασκευή τῆς Ε’ Ἑβδομάδος. Τό βράδυ τῆς Παρα­σκευ­ῆς ἀνήκει λειτουργικά στό Σάββατο. Ὅλα τά Σάββατα, ἐκτός ἀπό τό Μέγα, καί οἱ Κυριακές ἀποτελοῦν τίς μόνες ἡμέρες τῆς περιόδου τῶν νηστειῶν, κατά τίς ὁποῖες ἐπι­τρέ­πεται ὁ ἑ­ορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων.

Ἡ ἱστορία τοῦ Κοντακίου

 Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος (Χαιρετισμοί) ἀνήκει στήν ὁμάδα ἐκείνη τῶν θρησκευτικῶν ὕμνων πού ὀνομάζονται Κοντάκια. Βέβαια σήμερα ὡς Κον­τάκιο νοεῖται συνήθως ἕνα Τροπάριο, τό Προοίμιο, ἡ ἀπαρχή τοῦ πολύστροφου Κοντα­κίου. Ἀποτελεῖ κατάλοιπο ἀπό τά ἀρχαῖα. Τέτοια σύντομα Κον­τ­άκια ὑπάρχουν στήν λειτουργική χρή­ση γιά κάθε ἡμέρα τοῦ ἔτους καί χρη­σιμο­ποι­οῦνται στόν Ὄρ­θρο, στήν Θεία Λειτουργία καί σέ ἄλλες Ἀ­κο­λου­θίες.

 Τό ὄνομα Κοντάκιο προῆλθε πιθανόν ἀπό τό «κοντόν» ξύλο, ὅπου τύλιγαν τήν μεμβρά­νη, στήν ὁποία ἦταν γραμμένο τό Κοντάκιο. Τό πρῶτο τροπάριο τοῦ Κοντακίου λέγεται «Προοίμιον» ἤ «Κου­κούλιον». Περιέχει συνοπτικά τήν ὑπόθεση γιά τήν ὁποία συντέθηκε ὁ ὕμνος. Οἱ ἑπόμενες στροφές ὀνομάζονται Οἶκοι καί περιέχουν λεπτο­μέ­ρειες. Τά Κοντάκια εἶχαν μελωδία, ψάλλονταν δηλαδή.
 Γιά τήν ἱστορία σημειώνω ὅτι ἡ ἀρχαία λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας περιλάμβανε πολλά ἀναγνώσ­ματα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί λίγους ὕμνους.

Τό ἀρχέγονο αὐτό τυπικό μέ τά πολλά ἀναγνώσματα διατηρεῖται σήμερα στίς Ἀκολουθίες τῶν Με­γά­λων Ὡρῶν, πού τελοῦνται κατά τήν παραμονή τῶν Μεγάλων Δεσποτικῶν Ἑορτῶν. Στήν συνέχεια καλλιεργήθηκε μία πλούσια ποιητική παραγωγή, ἡ ὁποία ἐκτόπισε τά ἀναγνώσμα­τα. Κάτι ἀνάλογο συνέβη μέ τήν ἐμφάνιση τῶν Κανόνων· μέ τήν μεγάλη μουσική ποικιλία τους παραγκώνισαν, ἀκρωτηρίασαν ἤ καί μετέτρεψαν σέ ἀναγνώσεις τά ἄσματα τῶν Κοντακίων καί τούς ἄλλους ὕ­μνους. Τό μοναδικό χρησιμοποιούμενο μέχρι καί σήμερα πλῆρες Κοντάκιο εἶναι ὁ Ἀκάθιστος Ὕ­μνος, μέ ἐμμελῶς ἀπαγγελλόμενο κείμενο. Ἀ­ποτελεῖ καί αὐτό ἀπόδειξη τῆς λει­τουρ­­γικῆς μο­­­­­­­­ναδικότητος καί τῆς μεγάλης ἀπήχησης πού εἶχε στόν λαό.

Ἡ δομή τοῦ Κοντακίου

 Τό ἀρχικό Προοίμιο τοῦ Ἀκαθίστου εἶναι:«Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπου­­δῇ ἐπέστη ὁ ἀσώματος λέγων τῇ ἀ­πειρογάμῳ· ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τοὺς οὐρανοὺς χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί· ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζειν σοι· Χαῖρε, νύμ­φη ἀνύμφευτε». Μετά τό Προοίμιο ἀκολουθοῦν οἱ 24 «Οἶκοι», πού διατάσσονται μέ ἀλφαβητική ἀ­κροστιχίδα (Α-Ω). Σύμφωνα μέ τούς μελε­τη­τές τοῦ Ὕμνου οἱ δώδεκα πρῶτοι Οἶκοι (Α-Μ) συνιστοῦν τό ἱστο­ρι­κό-διηγηματικό μέρος. Ἀναφέρονται στόν Εὐαγ­γε­λισμό, τήν ἐπί¬σκεψη τῆς Παρθένου στήν Ἐλισάβετ, τίς ὑποψίες τοῦ μνήστορος καί προστάτη τῆς Παρθένου Ἰωσήφ, τήν Γέννηση, τούς ποιμέ­νες, τούς μάγους, τόν Ἡρώδη, τήν προσκύνηση τῶν ποιμέ­νων καί τῶν μάγων, τήν φυ­γή τοῦ Χριστοῦ στήν Αἴγυπτο, τήν Ὑπα- παν­τή τοῦ Κυρίου.

Τό δεύτερο μέρος (Οἶκοι Ν-Ω) εἶναι τό δογματικό-θεολογικό. Ἐδῶ γίνεται λόγος γιά τήν ἄσπορο σύλληψη καί σάρκωση τοῦ Κυρίου, τήν θεότητα καί ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ, τήν θέωση τῶν ἀνθρώπων καί τήν θεομητορική ἀξία τῆς Παναγίας. Στοιχεῖα τῆς μιᾶς ἑνότητος, βέβαια, ἀπαντῶνται καί στήν ἄλλη.

Πολλοί θεωροῦν ὅτι τό θεολογικό μέρος προ­έρχεται ἀπό τά ἀπόκρυφα. Ἐντούτοις, δέν χρει­ά­ζεται νά ἐπικαλεσθοῦμε τά ἀπόκρυφα, γιά θέματα πού ἡ ἁγία Γραφή ἀναφέρει. Ἕνα τέτοιο θέμα π.χ. εἶναι ἡ φυγή τῆς ἁγίας οἰκογένειας στήν Αἴγυπτο. Τά ἀ­πόκρυφα παρουσιάζουν λεπτομέρειες καί πε­ριστατικά κατά τήν διάρκεια τῆς πορεί­ας, γιά τά ὁποῖα δέν κάνει λόγο πουθενά οὔτε ὁ εὐαγ­γε­λι­στής Ματθαῖος καί φυσικά οὔτε ὁ Ἀκάθιστος Ὕ­μνος. Ἐξάλλου, στό Ἠσ 19,1 διαβάζουμε: «Ἰδοὺ Κύριος κάθηται ἐπὶ νε­φέ­λης κούφης καὶ ἥξει εἰς Αἴγυπτον, καὶ σεισθήσεται τὰ χειροποίητα Αἰ­γύ­πτου ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ, καὶ ἡ καρδία αὐτῶν ἡτ­τηθήσεται ἐν αὐτοῖς».

Ὁ προφήτης παρου­σιάζει τόν ὑπέρθεο Κύριο καθήμενον «ἐπί νεφέ­λης κούφης» -ἡ νεφέλη, ὡς γνωστόν, ἀ­ποτελεῖ προ­τύπωση τῆς Παναγίας- νά ἔρ­χεται στήν γῆ πού εἶναι γεμάτη εἴδωλα, ὅ­πως ἡ παλαιά Αἴγυπτος, καί νά καταλύει τήν πλάνη καί τό σκότος. Ὅπως ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος μέ τό «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλε­σα τὸν υἱόν μου» (Μθ 2,15) μνημομεύει τήν σχετική προφητεία τοῦ Ὠσηέ 11,1, κατά τόν ἴδιο τρό­πο ὁ ὑμνο­γρά­φος ἐμπνέεται καί λαμβάνει ἀφορ­μή ἀπό τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα, γιά νά γράψει στόν 11ο Οἶ­κο (Λ): «Λάμψας ἐν τῇ Αἰ­γύπτῳ, φωτισμὸν ἀ­λη­θείας, ἐδίωξας τοῦ ψεύδους τὸ σκότος· τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης, Σωτήρ, μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰ­σχὺν πέπτωκεν, οἱ τούτων δὲ ῥυ­σθέντες, ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον…».

Στό ἱστορικό μέρος ὁ ὑμνογράφος ἐμπνέεται κυρίως ἀπό τό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο καί κατά δεύτερο λόγο ἀπό τό κατά Ματ­θαῖ­ον. Στό διδα­κτικό μέρος τροφοδοτεῖ τήν ποίηση τοῦ ὑμνο­γρά­φου κυρίως ὁ δάσκαλος τοῦ εὐαγγελιστῆ Λουκᾶ, ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος. Ἐνδεικτικά μνημονεύω με­ρικές φράσεις καί παραπέμπω στά ἀντίστοιχα χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης: «ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀ­γα¬γοῦ¬σα» (πρβλ. Ἐφ 2,14), «πέτρα ἡ ποτίσασα» (πρβλ. Α´ Κο 10,4), «σοφίας Θεοῦ δοχεῖον» (πρβλ. Α´ Κο 1,24), «ἀρχηγὸς νο­η­τῆς ἀνα­πλάσεως» (πρβλ. Α´ Κο 15,45-46), «σχίσας τὸ χειρόγραφον» (πρβλ. Κλ 2,14· Ἐφ 2,14), «σῶσαι θέλων τὸν κόσμον» (πρβλ. Α´ Τι 2,4). Ἐπίσης «ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω καὶ τῶν ἄνω οὐ­δόλως ἀπῆν» (πρβλ. Ἰω 1,13)

Οἱ περιττοί Οἶκοι (Α, Γ, Ε, Η κτλ.) ἀ­κο­λουθοῦν­ται ἀπό ἕξι διπλές ἀπο-στροφές πρός τήν Παν­αγία, οἱ ὁποῖες ἀρχίζουν μέ τό «Χαῖρε»· ἀπό αὐτό προῆλθε καί τό λαϊκό ὄ­νομα τοῦ ὕμνου «Χαιρετισμοί». Στό τέλος κά­θε Οἴκου ὑπάρχει τό «ἐφύ­μνιο», δηλαδή ἡ τελευταία λέ¬ξη ἤ φράση πού ἐπαναλαμ­βάνεται ὡς ἐπωδός. Στόν Ἀκάθιστο διακρίνουμε δύο ἐφύμνια: Τό «Χαῖρε, νύμφη ἀ­νύμφευτε» γιά τούς περιττούς Οἴκους· καί γιά τούς ἄρτιους τό «Ἀλληλούια» (=αἰνεῖτε τόν Θεό, βλ. Ἀπ 19,1.6).
 Οὐσιαστικά ὁ χαιρετισμός μας πρός τήν ὑ­περαγία Θεοτόκο, τήν «ἀνύμφευτη νύμ­φη» καί «Θεόνυμφη», εἶναι χαιρετισμός πρός τόν Κύριο.

Ἐκεῖνον τιμοῦμε, προσκυ­νοῦμε καί λατρεύουμε τιμώντας καί ἐγ­κω­μιά­ζον­τας τήν Παναγία μητέρα του, ἡ ὁποία τόσο ἰδιαίτερα καί μοναδικά συν­δέεται μαζί του. Συνεπῶς, ὅσο κι ἄν φαίνονται πληθωρικά τά ἐγκώμια, κανένα δέν εἶναι ὑπερβολικό, διότι ὅ,τι κι ἄν λεχθεῖ εἶναι φτωχό καί ἐ­λά­χιστο μπροστά στήν σωτήρια προσφορά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὡραιότατα τό διατυπώνει ὁ 20ός Οἶκος (Υ) τοῦ Ἀκαθί­στου: «Ὕ­μνος ἅπας ἡττᾶται συνεκτείνεσθαι σπεύδων τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰ­κτιρμῶν σου. Ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ᾠ­δὰς ἂν προσ­φέρομέν σοι, βασιλεῦ ἅγιε, οὐ­δὲν τελοῦμεν ἄξιον ὧν δέδωκας ἡμῖν».

 Ὡς πρός τήν μορφή ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος πα­ρουσιάζει μεγάλη ποικιλία καί ὡραιότητα, πού συναγωνίζεται τό ὑψηλό του περιεχόμενο. Ἔχει συντεθεῖ σύμφωνα μέ τούς κανόνες τῆς ὁμοτονίας, τῆς ἰσοσυλλαβίας καί μερικῶς τῆς ὁμοιοκαταληξίας. Σέ γλῶσσα πλουσιώτατη καί ρέουσα, διανθίζεται μέ ἄφθονα ἐπίθετα, ἀντιθέσεις, παρηχήσεις, ὁμόηχα, ὁμοιοτέλευτα καί διάφορα σχήματα λόγου. Οἱ ἀλλεπάλληλες ἐκφράσεις χαρᾶς, ἀγαλλιάσεως καί λυτρώσεως τοῦ προσδίδουν ἕναν τόνο ἐνθουσιαστικό καί θριαμβικό.

Greek Orthodox Religious Tourism: Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΩΝ  ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ή ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ.

Ἀσματικός Κανόνας τῶν Χαιρετισμῶν

 Ἐκτός ἀπό τό Κοντάκιο τῶν Χαιρετισμῶν ὁ Ἀ­κάθιστος Ὕμνος περιέχει καί τόν πανηγυρικό με­γαλειωδέστατο ἀσματικό Κανόνα «Χριστοῦ βί­βλον ἔμψυχον…». Πρόκειται γιά ἔργο τοῦ ὑμνογράφου ἁγίου Ἰωσήφ. Ἡ λέξη «Κανών» σημαίνει τήν εὐθεῖα ράβδο, πού χρησιμεύει γιά τήν μέ­τρη­ση, τόν καθορισμό· γενικά τό μέτρο, τό ὑπόδειγμα, τόν ρυθμιστή, τήν γενική ἀρχή σύμφωνα μέ τήν ὁποία λειτουργεῖ κάτι. Στήν ἐκκλησιαστική γλῶσ­σα ἡ λέξη εἶναι πολυσήμαντη καί μπορεῖ νά σημαίνει:  

1. Τόν κανόνα τῶν θεοπνεύστων βιβλίων τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης· γι᾽ αὐτό ὀνο­μά­ζονται «κανονικά», γιά νά ἀντιδιαστέλλονται ἀπό τά ἀπόκρυφα καί τά ψευδεπίγραφα.

 2. Κάθε ἀπόφαση Τοπικῆς ἤ Οἰκου­με­νι­κῆς Συν­­όδου γιά θέματα ζωῆς καί λατρείας. Οἱ συν­οδικές ἀποφάσεις γιά δογματικά ζητήματα ὀνο­μάζονται Ὅροι.

 3. Τήν πνευματική θεραπευτική ἀγωγή («ἐπιτί­μιο»), πού ἐπιβάλλει ὁ πνευματικός στόν πιστό πρός συναίσθηση καί παιδαγωγία.

 4. Στήν ὑμνολογία «Κανών» λέγεται ὁ με­γά­λος ὕμνος, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖται ἀπό «ᾨδές» (ἀ­πό τό ρῆμα «ᾄδω»)· ὁ ἀριθμός τους ποικίλλει, χωρίς ὅμως νά ὑπερ¬βαί¬νουν τίς ἐννέα, ὅσες δη­λαδή εἶναι καί οἱ ᾨδές πού περιέχονται στήν ἁ­γία Γραφή, τίς ὁ­ποῖες ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία χρη­­σι­μο­ποι­οῦσε στήν λατρεία της. Συνήθως παραλείπεται ἡ δεύτερη ᾨδή. Ἔτσι οἱ περισσότεροι Κανόνες ἔχουν ὀκτώ ᾨδές.
Κάθε ᾨδή ἀποτελεῖται ἀπό τόν «Εἱρμό» καί ἀπό τρία ὥς ἕξι τροπάρια. Εἱρμός (ἀπό τό ρῆμα «εἵ­ρω» = συνάπτω, συνδέω, συμπλέκω) λέγεται ἡ πρώτη στροφή κάθε ᾨ­δῆς, σύμφωνα πρός τήν ὁποία ρυθμίζονται καί ἐκτελοῦνται, «τρέπονται» οἱ ὑπόλοιπες στροφές (Τροπάρια).

 Οἱ Κανόνες -ὅπως καί τά Κοντάκια- πολ­λές φορές ἔχουν «ἀκροστιχίδα». Ὁ «Κα­νών» τοῦ Ἀ­κα­θίστου Ὕμνου περιέχει ὀκτώ ᾨδές. Κάθε ᾨδή του περιέχει τόν Εἱρμό καί τέσσερα ἤ πέντε Τρο­πά­ρια. Ἀποτελεῖ πρά­γματι ἕνα ξεχείλισμα δο­ξο­λο­γίας καί ἐγκωμίων, καθώς δονεῖται ἀπό τά 60 περίπου «Χαῖρε». Μέ τά 37 Τροπάριά του σχημα­τί­ζει τήν ἀκροστιχίδα «Χαρᾶς δοχεῖον, σοὶ πρέπει χαίρειν μόνῃ Ἰωσήφ». Τό ὄνομα Ἰωσήφ ἀποκα­λύπτει τόν ποιητή τοῦ Κανόνα. Πρόκειται γιά τόν ἅγιο Ἰωσήφ (ἑορτάζει στίς 3 Ἀπριλίου) ἀπό τήν Σι­κελία, μέγιστο ὑμνο­γράφο, ὁ ὁποῖος ὑπέμεινε διω-γμούς, ἐξορίες καί φυλακίσεις γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη. Ἔζησε τόν 9ο αἰώνα καί συνέθεσε πλῆ­­θος Κανόνων σφραγίζοντάς τους μέ τό ὄνο­μά του. Οἱ Εἱρμοί στόν παρόντα Κανόνα δέν εἶναι δικοί του· τούς δανείστηκε ἀπό τόν Κανόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Πιθανώτατα ἀνήκουν στόν Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό.
 Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος, αὐτό τό ἀριστούργημα τῆς βυζαντινῆς ὑμνογραφίας, ψάλλεται ἐδῶ καί δεκατρεῖς αἰῶνες ἐπίσημα καί πανηγυρικά στούς ναούς μας καί πληρώνει τίς καρδιές τῶν πιστῶν μέ εὐφροσύνη καί κατάνυξη. Οἱ ἱερές μονές ἀλλά καί πολλοί χριστιανοί τόν ἔχουν ἐντάξει στήν καθημερινή τους προσευχή, ἀπαγγέλλουν καθημε­ρινά τούς Χαιρετισμούς, συνήθως στό Ἀπό­δει­πνο. Κανένα ἄλλο κείμενο δέν χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ ὅσο αὐτό, γιά νά ἐκ­φράσει τά ἐγκώ­μια, τήν δοξολογία καί τήν δέησή μας πρός τήν μητέρα τοῦ Κυρίου μας καί δική μας μητέρα.

Στεργίου Σάκκου, Ὦ Πανύμνητε Μῆτερ, σελ.15-31.

Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος
Μοιράσου το!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *