Λιπαρές ύλες ή λιπίδια είναι οι οργανικές χημικές ενώσεις που αποτελούνται σχεδόν αποκλειστικά από τα χημικά στοιχεία άνθρακα (C), υδρογόνο (H) και οξυγόνο (O). Δε διαλύονται στο νερό, όπως το ελαιόλαδο. Διαλύονται λόγω της συγγενούς δομής τους σε οργανικούς διαλύτες, όπως ο αιθέρας, το ασετόν, το χλωροφόρμιο και άλλοι λιγότερο γνωστοί. Τα λιπίδια διακρίνονται σε λίπη (fats), όπως το βούτυρο, αν είναι στερεά, και σε έλαια (oils), όπως το ελαιόλαδο, αν είναι υγρά σε θερμοκρασία περιβάλλοντος (20-25 °C).

Εκτός από τον απλό δεσμό C-H ή C-C , τα άτομα του άνθρακα (C) μπορούν να ενωθούν μεταξύ τους με δύο παύλες, οπότε σχηματίζεται ο διπλός δεσμός, ενώ με τρεις παύλες τριπλός (δε θα μας απασχολήσει εδώ).

Τα κυριότερα λιπίδια χωρίζονται στις ακόλουθες κύριες κατηγορίες: τα λιπαρά οξέα, τα γλυκερίδια, τα φωσφολιπίδια και τις στερόλες που θα δούμε λόγω της σημασία τους στην υγεία σε επόμενη ενότητα.

Τα λιπαρά οξέα: τα πρόδρομα

Τα λιπαρά οξέα συμμετέχουν, όπως φάνηκε στη σύνθεση των μακρομορίων, που είναι μια ομάδα βιομορίων. Αποτελούνται από αλυσίδες με 4 έως 24 άνθρακες (C) και μια ομάδα καρβοξυλίου (-CΟΟΗ) που είναι χαρακτηριστική των οργανικών οξέων. Ένας τρόπος συμβολισμού των ανθρακικών αλυσίδων είναι μόνο με παύλες όπως φαίνεται στο σχήμα, όπου στις κορυφές βρίσκεται ο άνθρακας και παραλείπονται τα υδρογόνα.

Τα λιπίδια διακρίνονται σε: κορεσμένα (μόνο απλοί δεσμοί), μονοακόρεστα (με ένα διπλό δεσμό) και πολυακόρεστα (με δύο ή περισσότερους διπλούς δεσμούς).

 

κορεσμένο 

 

μονοακόρεστο

 

πολυακόρεστο

Όμως πολύ σημαντικό θέμα των λιπιδίων είναι τα cis- που είναι η μορφή που απαντώνται στη φύση, ενώ τα trans- βρίσκονται σε πολύ μικρές ποσότητες στο κρέας και παράγονται από βιομηχανικές επεξεργασίες. Τα τελευταία πρέπει να είναι 0 στη διατροφή μας. Τα πιο συχνά απαντώμενα στα τρόφιμα κορεσμένα λιπαρά οξέα είναι το βουτυρικό, το λαυρικό, το μυριστικό, το παλμιτικό και το στεατικό, ενώ τα πιο συνηθισμένα ακόρεστα λιπαρά οξέα είναι το ελαϊκό, το λινολενικό, το λινελαϊκό και το αραχιδονικό (χωρίς να απαιτείται να δώσουμε μεγαλύτερη σημασία σε αυτά τα χημικά ονόματα). Τα κορεσμένα, τα μονοακόρεστα, τα πολυακόρεστα, τα cis- και trans- λιπαρά οξέα έχουν μεγάλη σημασία στη διατροφή και την υγεία του ανθρώπου, όπως θα αποδειχτεί στη συνέχεια.

Τα γλυκερίδια: οι μεταφορείς

Τα γλυκερίδια είναι χημικές ενώσεις της γλυκερόλης με τα λιπαρά οξέα. Η γλυκερίνη ή γλυκερόλη είναι μια ένωση με τρία άτομα C και τρεις ελεύθερες παύλες (C-O)για να ενωθεί με 1-3 λιπαρά οξέα. Όταν ένα λιπαρό οξύ ενωθεί με μια παύλα της γλυκερίνης, παράγεται το μονογλυκερίδιο. Με αντικατάσταση και δεύτερης παύλας παράγεται το διγλυκερίδιο, και με την τρίτη το γνωστό τριγλυκερίδιο.

  Τριγλυκερίδιο  
     

Η βασική φυσιολογική λειτουργία των τριγλυκεριδίων του πλάσματος είναι η μεταφορά των λιπιδίων μεταξύ του ήπατος και των περιφερικών ιστών. Η αύξηση των τριγλυκεριδίων αποτελεί ένα συχνό παθολογικό πρόβλημα. Δεν συνοδεύεται από την παρουσία συμπτωμάτων, με αποτέλεσμα η αύξησή τους να διαπιστώνεται τυχαία κατά τη διάρκεια κοινού εργαστηριακού ελέγχου. Οι σημαντικότερες αιτίες της αύξησης των τριγλυκεριδίων είναι κληρονομικοί παράγοντες ή από νοσήματα.

Τα φωσφολιπίδια: η προστασία των κυττάρων

Τα φωσφολιπίδια ανήκουν σε μια κατηγορία λιπιδίων, που αποτελούνται από ένα διγλυκερίδιο, μια φωσφορική ομάδα και ένα μικρό μόριο, τη χολίνη. Αυτές οι «περίεργες» τελευταίες δύο χημικές ενώσεις έχουν μεγάλη σημασία, γιατί αποτελούν το υδρόφιλο (προσελκύουν το νερό) μέρος του φωσφολιπιδίου, που είναι η κίτρινη σφαίρα και ονομάζεται κεφαλή, ενώ οι μπλε ουρές αποτελούν το υδρόφοβο (απωθούν το νερό) μέρος. Η ιδιαιτερότητα αυτών των ενώσεων είναι ότι, λόγω αυτής της δομής, χρησιμοποιούνται για την κατασκευή της πλασματικής ή κυτταρικής μεμβράνης των κυττάρων, η οποία, κατά κύριο λόγο, αποτελείται από αυτά και χωρίζει το εσωτερικό με το εξωτερικό περιβάλλον τους που είναι υδατικά. Αυτό επιτυγχάνεται με τη δημιουργία των λεγομένων διπλοστοιβάδων. Οι υδρόφιλες κεφαλές τοποθετούνται στις πλευρές των υδάτινων περιοχών (εντός και εκτός) του κυττάρου, ενώ οι υδρόφοβες ουρές πακετάρονται στο εσωτερικό. Οι μωβ σχηματισμοί είναι πρωτεΐνες που διασπείρονται στην κυτταρική μεμβράνη. 

      

Λιπίδια και οργανισμός: ο ρόλος

7

Τα λιπίδια συμμετέχουν σε πολλές λειτουργίες του οργανισμού και γι’ αυτό είναι αναγκαία στη διατροφή. Είναι μαζί με τους υδατάνθρακες οι κύριες πηγές ενέργειας του οργανισμού αποδίδοντας 9 kcal από 1gr λίπους, έναντι 4 kcal που αποδίδουν οι πρωτεΐνες και οι υδατάνθρακες.

Σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, π.χ. έλλειψη τροφής, ο οργανισμός για να καλύψει τις ενεργειακές του ανάγκες χρησιμοποιεί τα αποθέματά του. Το λίπος που δε μεταβολίζεται αποθηκεύεται στο λιπώδη ιστό και σε περιπτώσεις ανάγκης αποδίδει 8 kcal ανά γραμμάριο λίπους. Αντίθετα, ο μυϊκός ιστός, που αποτελείται κυρίως από πρωτεΐνη και νερό, αποδίδει 0.8 kcal ανά γραμμάριο ιστού.

Το λίπος του σώματος συγκρατεί και προφυλάσσει τα σπλάχνα στη φυσιολογική τους θέση, όπως ο νεφρός που περιβάλλεται από λίπος. Επίσης, τα μάτια που είναι πολύ ευαίσθητα όργανα, είναι τοποθετημένα σε βαθιές κοιλότητες που περιβάλλονται από λεπτό στρώμα λίπους. Το λίπος συμμετέχει στη διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματος, επειδή είναι κακός αγωγός της θερμότητας από το σώμα στο περιβάλλον και αντίστροφα. Τέλος, οι λιπαρές ύλες είναι αναγκαίες για την απορρόφηση των λιποδιαλυτών βιταμινών (Α, D, E, K) από τον οργανισμό.

Λιπίδια και τρόφιμα: οι γεύσεις μας

Τα λιπίδια αποτελούν σημαντικό συστατικό των τροφίμων. Το ελαιόλαδο και τα διάφορα σπορέλαια αποτελούνται σχεδόν αποκλειστικά (98%) από λιπίδια. Αντίθετα, τα φρούτα και τα λαχανικά περιέχουν ελάχιστα ποσά λίπους (0,1-2%). Το κρέας περιέχει 10 – 40% λίπος, ανάλογα με το είδος και το μέρος του σφαγίου. Η ποσότητα λίπους στα ψάρια κυμαίνεται από 0,5%-30% και αποτελεί κριτήριο κατηγοριοποίησης των ψαριών. Το πλήρες γάλα περιέχει περίπου 3,5%. Το γιαούρτι περιέχει 6-10% λιπαρές ύλες, ενώ τα τυριά, ανάλογα με την ποσότητα του λίπους, διακρίνονται σε παχιά (40-50% λίπος) και σε αυτά με χαμηλά λιπαρά όπου έχει αφαιρεθεί ποσότητα του λίπους.

Τα λιπίδια βελτιώνουν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των τροφίμων, δηλαδή τα χαρακτηριστικά που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας (γεύση, οσμή, εμφάνιση, υφή). Βελτιώνουν την υφή των τροφίμων, αυξάνοντας την τρυφερότητά τους, τη γεύση και το άρωμα των τροφίμων. Φαντάσου χωριάτικη σαλάτα χωρίς ελαιόλαδο. Τέλος είναι βασικά συστατικά γαλακτωμάτων, που είναι προϊόντα με ευχάριστη γεύση, π.χ. μαγιονέζα. Βέβαια, προς ικανοποίηση της γεύσης πολλές φορές καταναλώνονται μεγάλες ποσότητες λιπαρών υλών που δεν κάνουν καλό στην υγεία.

Οι αλλοιώσεις των λιπιδίων: η συντήρηση

2014-07-26-595

Οι λιπαρές ύλες αλλοιώνονται κάτω από κακές συνθήκες συντήρησης, όπως υψηλές θερμοκρασίες, υγρασία και ακτινοβολία. Αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της οξύτητας και του ταγγίσματος. Η οξύτητα αποτελεί σημαντικό κριτήριο της ποιότητάς τους και, με βάση αυτή τα έλαια κατατάσσονται σε κατηγορίες (όπως τα οξέα που χρησιμοποιούνται για την ποιότητα του ελαιόλαδου). Το τάγγισμα είναι πολύ σοβαρή αλλοίωση, γιατί η λιπαρή ύλη αποκτά δυσάρεστη γεύση και οσμή, όπως για παράδειγμα το βούτυρο που κάνει με τον καιρό, ακόμη και στο ψυγείο, μια κιτρινωπή κρούστα. Η οξείδωση των ελαίων αποφεύγεται με τα αντιοξειδωτικά που θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

Οι μαργαρίνες: οι ύποπτες

Όσο πιο πολλά ακόρεστα ή πολυακόρεστα λιπαρά οξέα περιέχει μια λιπαρή ουσία, τόσο πιο ρευστή είναι. Για παράδειγμα, το ελαιόλαδο περιέχει 70% ελαϊκό οξύ, που είναι μονοακόρεστο, και γι’ αυτό είναι υγρό σε θερμοκρασία περιβάλλοντος. Αντίθετα, το λαρδί (λίπος χοίρου) που περιέχει πολλά κορεσμένα λιπαρά είναι στερεό.

Πιθανότατα για την ευκολότερη διακίνηση, την επεξεργασία και την εύκολη χρήση τους, τα έλαια ειδικά τα σπορέλαια που περιέχουν πολλά πολυακόρεστα και είναι υγρά, μετατρέπονται σε στερεά, δηλαδή σε κορεσμένα. Για να γίνει αυτό, οι διπλοί δεσμοί των ακόρεστων λιπαρών οξέων μετατρέπονται σε απλούς, με μια βιομηχανική μέθοδο που λέγεται υδρογόνωση. Σε αυτή τη μέθοδο το υδρογόνο (Η2) χτυπάει το διπλό δεσμό και τον «ανοίγει», όπως λέγεται, σε απλό. Με αυτή τη διαδικασία παράγονται οι μαργαρίνες. Ανάλογα με το βαθμό της υδρογόνωσης και της μετατροπής τους σε κορεσμένα χαρακτηρίζονται ως μαλακές ή σκληρές μαργαρίνες. Παράλληλα με την παραγωγή κορεσμένων λιπαρών οξέων κατά την υδρογόνωση, παράγονται και trans-λιπαρά οξέα που βρίσκονται, επίσης, σε μικρές ποσότητες στο κρέας. Γι’ αυτό πρέπει, για άλλον ένα λόγο, να υπάρχει σύνεση στην κατανάλωσή του. Στη φύση όμως τα πιο διαδεδομένα είναι τα cis και η χρήση trans-λιπαρών οξέων μπορεί να προκαλέσει ανωμαλίες στη λειτουργία του οργανισμού. Όπως θα δούμε παρακάτω, η κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών οξέων και trans-ακόρεστων δεν ενδείκνυται στην διατροφή και κατηγορούνται για την αύξηση της χοληστερόλης.

Πιθανόν να φάνηκε ότι τα λιπίδια είναι μόνο ευεργετικά. Στην πραγματικότητα όμως τους έχει αποδοθεί η ταμπέλα «βλαβερά» μια αντίληψη που πιθανόν να έχουμε όλοι μας. Στη συνέχεια εξετάζονται δύο διατροφικά θέματα σχετικά με τα λιπίδια, που θα μας διαφωτίσουν για τα απαραίτητα λιπαρά και τη χοληστερίνη.

Τα απαραίτητα λιπαρά οξέα: οι σύμμαχοί μας

Ο άνθρωπος μπορεί να συνθέσει σχεδόν όλα τα λιπαρά οξέα που χρειάζεται από υδατάνθρακες, άλλα λιπίδια και πρωτεΐνες, εκτός από δύο, το λινελαϊκό και το α-λινολενικό οξύ και γι’ αυτό ονομάζονται απαραίτητα λιπαρά οξέα.

Το α-λινολενικό οξύ (ALA) ανήκει στην κατηγορία των ω-3 ακόρεστων λιπαρών οξέων. Έχει 18 άτομα C και τρεις διπλούς δεσμούς. Ο πρώτος διπλός δεσμός είναι στη θέση 3 από το τέλος (ω) της ανθρακικής αλυσίδας. Έτσι προκύπτει και το όνομα ω-3.

 Το α-λινολενικό οξύ είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος. Είναι συστατικό της μεμβράνης του αμφιβληστροειδούς υμένα, που είναι το κέντρο όρασης. Επίσης, πιστεύεται ότι προστατεύουν τον οργανισμό από την αθηροσκλήρωση. Τα ω-3 ακόρεστα λιπαρά οξέα βρίσκονται κυρίως στα λιπαρά ψάρια (σκουμπρί, σολομό, ρέγγα, σαρδέλα κ.ά.) και στα υπόλοιπα θαλασσινά.

Άλλα δύο ω-3 λιπαρά οξέα είναι το εικοσαπεντανοϊκό οξύ (EPA) και το δοκοσαεξανοϊκό οξύ (DHA). Η σύνθεσή τους είναι περιορισμένη στον οργανισμό και συστήνεται η καθημερινή διατροφή να περιλαμβάνει και πηγές των παραπάνω λιπαρών οξέων.

Το λινελαϊκό οξύ (LA) είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος των ω-6 ακόρεστων λιπαρών οξέων. Περιέχει 18 άτομα C και δύο διπλούς δεσμούς. Ο πρώτος διπλός δεσμός βρίσκεται στη θέση 6 από το τέλος (ω) της ανθρακικής αλυσίδας. Από το λινελαϊκό οξύ μπορεί να παραχθεί οποιοδήποτε άλλο λιπαρό οξύ της ίδιας ομάδας, γι’ αυτό είναι σημαντικό στη διατροφή. Βρίσκεται στα φυτικά έλαια. Άλλο οξύ αυτής της κατηγορίας που παράγεται από το λινελαϊκό οξύ είναι το αραχιδονικό (AA) που βρίσκεται σε τρόφιμα ζωϊκής προέλευσης, στο κρέας και το λίπος των αυγών.

Τα ω-3 και ω-6, όπως έγινε κατανοητό από τα προηγούμενα, τυγχάνουν ιδιαίτερης εκτίμησης στις διατροφικές συστάσεις. Τα τελευταία χρόνια, με βάση επιστημονικές μελέτες, έχει δειχθεί ότι προστατεύουν από τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Και τα δύο είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη και ανάπλαση του οργανισμού, ενώ χρησιμοποιούνται επιπρόσθετα και για τη σύνθεση άλλων σημαντικών λιπαρών οξέων. Άλλες δράσεις τους πέραν αυτών που αναφέρθηκαν ειδικότερα για το ΑLA είναι: αντιοξειδωτικές και αντι-φλεγμονώδεις ιδιότητες, γεγονός που τα καθιστά σημαντικούς παράγοντες προστασίας από τις χρόνιες ασθένειες, όπως τα διάφορα είδη καρκίνου, το διαβήτης, τη ασθένεια Alzheimer και την αρθρίτιδα.

ω-3 και ω-6 λιπαρά

 

α-λινολενικό οξύ(ω-3)                         

 

Λινελαϊκό οξύ      (ω-6)                       

Χοληστερόλη: η παρεξηγημένη;

 Η χοληστερόλη ανήκει σε μια ομάδα λιπιδίων τα οποία ονομάζονται στερόλες, που με τη σειρά τους ανήκουν στα στεροειδή τα οποία ίσως είναι ακουστά από τα αναβολικά στους αθλητές.

Η χοληστερόλη ή αλλιώς γνωστή χολη­στερίνη (στη συνέχεια θα χρησι­μοποιείται ο πιο σωστός πρώ­τος όρος) νομίζεται στους πολλούς ότι είναι εχθρός του οργα­νισμού, ενώ στην πραγματικό­τητα είναι απαραί­τητη για τη λειτουργία του κυττάρου. Τι σημαίνει αυτό; Παίζει σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό των εγκεφα­λικών και νευρικών κυττάρων και στο σχηματισμό των συγκεκριμένων ορμονών που είναι χημικές ενώσεις οι οποίες παράγονται στον οργανισμό, κυκλοφορούν στο αίμα και έχουν ειδική ρυθμιστική δράση στη δραστηριότητα συγκεκριμένων οργάνων του σώματος. Για να μην ωραιοποιηθεί η εικόνα της χοληστερόλης, προλαβαίνουμε εδώ και λέμε ότι έχει και αρνητικές επιδράσεις στον οργανισμό, αν δεν προσεχθεί η διαιτητική πρόσληψή της.

Η χοληστερόλη, όντας ένα λιπίδιο, είναι αδιάλυτη στο νερό και, κατά συνέπεια, και στο υδατικό περι­βάλλον του αίματος (81% νερό), οπότε και δε μπορεί να μεταφερθεί σε αυτό. Αυτό φυσικά είναι πρό­βλημα που καλείται να λύσει ο οργανισμός και επιτυγχά­νεται με τη δημιουργία των καλου­μένων λιπο­πρωτεϊνών. Αυτές σχηματίζο­νται, όπως το λέει και η λέξη, από τη σύζευξη λιπιδίων και πρωτεϊνών και είναι σφαιρικά σωματίδια που εγκλωβίζουν μέσα τους τη χοληστερίνη ή καλύτερα τους εστέρες της (άλλες οργανικές ενώσεις) και τα τριγλυκερίδια που είναι υδρόφοβα. Τα σφαιρίδια αυτά αποτελούνται από μία μονή στοιβάδα λιπιδίων (θυμηθείτε τη διπλοστοιβάδα των κυτταρικών μεμβρανών), στην οποία οι υδρόφοβες ουρές είναι προς τα μέσα, ενώ οι υδρόφιλες προς τα έξω και έρχονται σε επαφή με το αίμα. Έτσι, μεταφέρεται η χοληστερόλη από το συκώτι στους ιστούς, όπου και αξιοποιείται.

Η παραπάνω διαδικασία γίνεται από τις λιποπρωτεΐνες LDL, που είναι διαφορετικών διαμέτρων σφαιρίδια, τα οποία, όσο πιο μικρής, διαμέτρου είναι, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα για την προσκόλλησή τους στα αιμοφόρα αγγεία και τη δημιουργία αθηροματικής πλάκας. Αυτή μειώνει τη διάμετρο των αγγείων, οπότε δυσκολεύεται η κυκλοφορία του αίματος και, αν φράξει τελείως μια αρτηρία, επέρχεται καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό. Γι’ αυτό οι LDL χαρακτηρίζονται ως «κακή» χοληστερόλη. Από την άλλη, υπάρχει και η λιποπρωτεΐνη HDL που μεταφέρει τη χοληστερόλη από τους ιστούς πίσω στο συκώτι, «καθαρίζει» τις αρτηρίες και ονομάζεται «καλή» χοληστερόλη.

Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό, ότι για την καλή υγεία θα πρέπει να ακολουθείται διατροφή με υψηλό λόγο HDL/LDL, που λαμβάνεται με ισορροπημένη διατροφή όπως αναφέρεται παρακάτω.

Φυτικές στερόλες και στανόνες: τα αντίδοτα

Οι φυτικές στερόλες και στανόλες είναι στεροειδή, όπως και η χοληστερόλη, που μοιάζουν πολύ (στην πραγματικότητα φαίνονται ίδιες) στη χημική δομή τους, όπως φαίνεται και στην εικόνα.

Χοληστερόλη

Φυτική στερόλη: Καμπεστερόλη

Φυτική στερόλη: β-σιτοστερόλη

Φυτική στανόλη: β-σιτοστανόλη

Αυτές είναι προφανές ότι λαμβάνονται από φυτικά τρόφιμα. Σήμερα είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι η χοληστερόλη και ιδιαίτερα η LDL σχετίζεται με τον αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακές παθήσεις. Από την άλλη, οι φυτοστερόλες και οι στανόλες έχει αποδειχθεί, ύστερα από κλινικές μελέτες, ότι μειώνουν την απορρόφηση της χοληστερόλης. Προτείνεται, λοιπόν, η κατανάλωση 1-3 γραμ. από αυτές τις χημικές ενώσεις για τη μείωση της χοληστερόλης κατά 10-15%. Πάνω όμως από αυτά τα επίπεδα δε φαίνεται να έχουν περαιτέρω ωφέλεια στον οργανισμό.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων έχει επιτρέψει την προσθήκη των φυτοστερολών και στανολών σε διάφορα τρόφιμα, όπως λιπαρά για επάλειψη, γάλατα, τυριά και γιαούρτι, σάλτσες για σαλάτες κ.ά., αρκεί να μη χρησιμοποιείται παραπλανητική διαφήμιση ή διατροφική ετικέτα πάνω στα προϊόντα αυτά. Όσον αφορά στη διατροφή πρέπει και πάλι να τονιστεί ότι μια ισορροπημένη διατροφή που θα δίνει το 25-30% της συνολικής ενέργειας από τα λιπίδια που χρειάζεται ο οργανισμός για να λειτουργήσει και ονομάζονται διαιτητικό λίπος που πρέπει επίσης να είναι ποιοτικό. Αυτό σημαίνει ότι μόνο το 7-10% του διαιτητικού λίπους πρέπει να είναι κορεσμένο. Τα κορεσμένα λιπίδια όπως προαναφέρθηκε βρίσκονται στα ζωικά τρόφιμα και στα υδρογονωμένα λιπαρά που λαμβάνονται με χημικό τρόπο, όπως συμβαίνει και με τα τρανς – λιπίδια που επαναλαμβάνουμε ότι πρέπει να είναι 0 στη διατροφή μας. Επίσης τέτοια λιπίδια μπορεί να βρίσκονται στο “κρυφό λίπος” που περιέχουν πολλά τρόφιμα όπως τα αλλαντικά, τα διάφορα σνακ, τα γλυκίσματα κ.ά. Από την άλλη μεριά τα ακόρεστα και ιδιαίτερα τα μονοακόρεστα που βρίσκονται κυρίως στο ελαιόλαδο βοηθούν στην αύξηση της καλής χοληστερόλης. Όλα αυτά συνοψίζονται στο ακόλουθο πινακάκι:

Δίαιτα με λιπαρές ύλες

Επίδραση στις λιποπρωτεΐνες

Τρόφιμα

Κορεσμένες

Αύξηση LDL – Μικρή αύξηση HDL

Ζωικής προελεύσεως, υδρογονομένα έλαια

Trans-

Αύξηση LDL – Μείωση HDL

Ζωικής προελεύσεως, υδρογονωμένα έλαια

Μονοακόρεστες

Σταθερή LDL –Αύξηση HDL

Ελαιόλαδο

Πολυακόρεστες εκτός των απαραίτητων λιπιδίων

Μείωση LDL – Μικρή μείωση HDL

Ψάρι, θαλασσινά, σπορέλαια

Επίλογος

Σε αυτή την ανάρτηση είδαμε κατά το δυνατόν τα λιπίδια από την άποψη ως συστατικών των τροφίμων και το ρόλο τους στον οργανισμό. Δεν είναι τόσο τρομακτικά ιδιαίτερα η χοληστερόλη. Απεναντίας είναι πολύ ωφέλιμα . Η υπερκατανάλωσή τους είναι το πρόβλημα και ιδιαίτερα των trans λιπαρών από τα επεξεργασμένα φυτικά έλαια και μερικώς των κορεσμένων.

ΠΗΓΗ: Ιωάννης Τσαγκατάκης, Το αδυνάτισμα και Εγώ!, εκδ. Ιτανος, 2015

Ιωάννης
Author: Ιωάννης

Οι λιπαρές ύλες ή λιπίδια
Μοιράσου το!

2 σχόλια στο Οι λιπαρές ύλες ή λιπίδια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *